φρύμα

φρύμα
το, Ν
βοτ. παλαιότερη ονομασία γένους και είδους φυτών τής νοτιοανατολικής Ασίας και τής Βόρειας Αμερικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. phryma < νεολατ. phryma].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”